Οικονομικό Σπουδαστήρι

Οικονομικό Σπουδαστήρι
Γι'Αυτούς που Θέλουν Εξειδίκευση

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Πώς η εκπαιδευτική ανισότητα συμβάλλει στη διόγκωση της κοινωνικής και οικονομικής ανισότητας

Η επιλογή των ιδιωτικών σχολείων και όχι των δημοσίων για τους γόνους των πολιτικών οικογενειών στη χώρα μας είναι αρκετά ενδεικτική για το μέγεθος της ανισότητας στην εκπαίδευση και όχι μόνο.
Η κοινωνική και οικονομική ανισότητα οδηγεί και στην εκπαιδευτική ανισότητα μέσα από ένα σύνολο μηχανισμών το οποίο αλληλεπιδρά σε όλη τη διάρκεια ζωής του ατόμου. Ενδεικτικά οι ανισότητες αυτές είναι υλικού τύπου όπως είναι η τροφή, ο ύπνος, το είδος της ένδυσης, η ύπαρξη της κατάλληλης στέγης και της σταθερότητας, η συναισθηματική ασφάλεια, η πρόσβαση σε βιβλία και Η/Υ, τα μέσα μεταφοράς, η ησυχία και ο κατάλληλος χώρος καθώς και εάν το παιδί συμβάλλει ή όχι στο οικογενειακό εισόδημα με εργασία.
Αλλου τύπου ανισότητες είναι η αντίληψη του εάν η εκπαίδευση είναι «για ανθρώπους σαν εμάς», τα κοινωνικά δίκτυα, η «γνώση του συστήματος», η ικανότητα να μιλά κανείς και να συμπεριφέρεται με το «σωστό τρόπο» προκειμένου να επιτύχει στη διαπραγμάτευση για την πρόσβαση στην εκπαίδευση, οι σχέσεις με τους δασκάλους και τους μαθητές καθώς και το εάν τα προσόντα που έχουν αποκτηθεί μέσω της εκπαίδευσης μπορούν να μεταφρασθούν σε εισόδημα και σε θέσεις εργασίας.
Με βάση το έργο των  Schultz (1961a; 1962; 1963), Becker (1962; 1964) και Mincer (1958; 1962; 1974), η εισοδηματική ανισότητα θεωρείται ότι επηρεάζεται από τα επιτεύγματα του ανθρώπου στην εκπαίδευση, σε μία διαδικασία που αναφέρεται συχνά ως «εμβάθυνση ικανοτήτων»  (Williamson, 1991).
Ένα υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο επιτυγχάνεται μέσω της μεγαλύτερης πρόσβασης στην εκπαίδευση, με την εκπαίδευση υψηλότερης ποιότητας αλλά και με την αύξηση των επενδύσεων σε φυσικό κεφάλαιο.
Οι χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις είναι πιθανόν να αυξήσουν το εισόδημά τους μέσω της καλύτερης πρόσβασης στην εκπαίδευση και έτσι να μειωθεί η εισοδηματική ανισότητα  (Checchi, 2000).


Η πιο εκτεταμένη πρόσβαση στην εκπαίδευση δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας πολιτών που να είναι πιο ενημερωμένοι σχετικά με την οικονομία της αγοράς, μειώνει το lobbying των πλουσίων και όπως προαναφέρθηκε μειώνει την εισοδηματική ανισότητα.
Η επίδραση του μορφωτικού επιπέδου στην ανισότητα του εισοδήματος εξαρτάται επίσης από το είδος της εκπαίδευσης. Οι Glomm και Ravikumar (1992) υποστηρίζουν ότι η δημόσια εκπαίδευση μειώνει την εισοδηματική ανισότητα πιο γρήγορα από ό, τι η ιδιωτική εκπαίδευση. Η κατανομή δε του εισοδήματος μέσω της δημόσιας εκπαίδευσης γίνεται λιγότερο ασύμμετρη γιατί οι φτωχοί εάν και φορολογούνται για τα έσοδά τους, απολαμβάνουν τους καρπούς του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί και ένα άλλο σημαντικό στοιχείο σύμφωνα με τους ερευνητές (Galor και Tsiddon 1997b, Hassler και Mora 2000)  που είναι ότι τα γενετικά χαρακτηριστικά συσχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με την εκπαίδευση που λαμβάνουν τα παιδιά και τις δεξιότητές τους.
Σήμερα, η πρόσβαση στην εκπαίδευση γίνεται δύσκολη, ιδιαίτερα στην ανώτατη εκπαίδευση, λόγω αυξημένου κόστους χρηματοδότησης (βλ. αύξηση των διδάκτρων στα Βρετανικά Πανεπιστήμια, μείωση των υποτροφιών, αύξηση των σπουδαστικών δανείων). Ειδικότερα για τα δάνεια, τα άτομα που έχουν εξαιρετικά χαμηλό εισόδημα μπορούν να έχουν μεγάλους πιστωτικούς περιορισμούς και έτσι να μην μπορούν να φθάσουν σε ένα υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης  (Dur et al., 2004).
Συνεπώς το εάν οι φτωχότεροι θα μπορούν να επενδύσουν στην εκπαίδευση εξαρτάται από τον πλούτο των γονιών τους. Οι Becker και Chiswick (1966) και Park (1996) με τις μελέτες τους έδειξαν ότι ένα υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού έχει  αντισταθμιστική επίδραση στην κατανομή του εισοδήματος και  όσο μεγαλύτερη είναι η εκπαιδευτική ανισότητα  τόσο μεγαλύτερη είναι και η εισοδηματική.
Εάν όμως συνδυασθεί με τα προαναφερθέντα δηλ. τη δυσκολία πρόσβασης των φτωχών στην εκπαίδευση λόγω των πιστωτικών και όχι μόνο περιορισμών και την εξάρτησή τους από το γονεϊκό πλούτο καταλήγουμε ότι χωρίς ισχυρή δημόσια εκπαίδευση οι εισοδηματικές ανισότητες θα ενταθούν ή όπως λέει ο λαός μας «οι φτωχοί θα γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι».

Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οικονομολόγος, Καθηγήτρια ΜΒΑ

Βιβλιογραφία

Becker, G. 1962, Investments in human capital: a theoretical analysis, Journal of Political Economy, Vol. 70, pp. 9-44. FEP Working Paper no. 121, November 2002
Becker, G. 1964, Human Capital. A Theoretical and Empirical Analysis with Special Reference to Education, 3rd Edition, 1993, Chicago and London: The University of Chicago Press.
Becker, G. S. and Chiswick, B.R.1966,Economics of Education and Distribution of Earnings,  American Economic Review 56(2): 358-369.
Checchi, D.2000, Does Educational Achievement Help to Explain Income Inequality?, Working Paper n.11.2000, University of Milan, Italy.
Dur, R, C Teulings, and T Van Rens 2004. Should Higher Education Subsidies Depend on Parental Income? Oxford Review of Economic Policy 20:284-297.
Galor, O. and Tsiddon, D.1997b, Technological Progress, Mobility, and Economic Growth. American Economic Review 87(3): 363-382.
Glomm, G. and Ravikumar, B. 1992, Public versus private investment in human capital: Endogenous growth and income inequality, Journal of Political Economy 100, 818-834.
Hassler, J. & Mora, J.V.R. 2000, Intelligence, Social Mobility, and Growth. American Economic Review 90(4): 888-908.
Mincer, J. 1958, Investment on human capital and personal income distribution”, Journal of Political Economy, Vol. 66, pp. 281-302.
Mincer, J. 1962, Human capital responses to technological change in the labor market, in Studies in Human Capital, Elgar.
Mincer, J.1974, Economic development, growth of human capital, and the dynamics of the wage structure, Journal of Economic Growth, 1, pp. 29-48.
Park, K. H.1996, Educational Expansion and Educational Inequality on Income Distribution. Economics of Education Review 15(1): 51-58.
Schultz, T. 1961b,The concept of human capital: reply, in M. Blaug, Economics of education 1, pp. 58-64.
Schultz, T.W. 1962, Reflections on Investment in Man, Journal of Political Economy, 70(5:2), 1-8.
Schultz, T. 1963, Economics of the Family, NBER, Chicago University Press.
Williamson, O.E. 1991, Strategizing, economizing, and economic organization. Strategic Management Journal.







Κυριακή 8 Νοεμβρίου 2015

Φωτεινή Μαστρογιάννη Αντώνης Σωτηρόπουλος, Ελεύθερη βούληση, Take the money and run 06 11 15

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΕΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΕΣ ΒΟΡΡΑ -ΝΟΤΟΥ


Η έννοια της Ευρωπαϊκής Ένωσης φαίνεται ότι είναι συνυφασμένη με τις ανισότητες τόσο στις χώρες του Βορρά – Νότου όσο και εντός των  χωρών.
Οι ανισότητες αυτές καθιστούν επίκαιρο τον Σαμίρ Αμίν και τη θεωρία του για τα πέντε μονοπώλια που απορροφούν την «υπεραξία» που παράγεται στην περιφέρεια. Τα πέντε μονοπώλια, σύμφωνα με τον Σαμίρ Αμίν, είναι τα ακόλουθα: το μονοπώλιο της τεχνολογίας που παράγεται από τις στρατιωτικές δαπάνες των ιμπεριαλιστικών κέντρων, το μονοπώλιο του ελέγχου στην παγκόσμια οικονομική κατάσταση και της ισχυρής θέσης που μπορεί να κατέχει μία χώρα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το μονοπώλιο της πρόσβασης σε φυσικούς πόρους, το μονοπώλιο της διεθνούς επικοινωνίας και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, και το μονοπώλιο των μέσων μαζικής καταστροφής. Οι ισχυρότερες χώρες κατέχουν αυτά τα μονοπώλιο και έτσι οι ανισότητες διευρύνονται όπως φαίνεται και από τα παρακάτω στοιχεία:

·         Το έτος 2000, οι πιο ανεπτυγμένες περιοχές της ΕΕ είχαν μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ  2,8 φορές υψηλότερο από τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές. Το 2013 η διαφορά αυτή ήταν 2 φορές υψηλότερη.
·         Οι πιο αναπτυγμένες περιφέρειες της ΕΕ είχαν τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας σε όλη τη διάρκεια της περιόδου 2000-14. Τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας, τα έτη 2000 έως 2005 καταγράφηκαν στις λιγότερο αναπτυγμένες περιφέρειες της ΕΕ. Ωστόσο, υπήρξε μια μείωση στα ποσοστά ανεργίας πριν από τη χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση με την ταχύτερη μείωση που καταγράφεται στις λιγότερο αναπτυγμένες περιφέρειες. Από το 2006 και μετά, το ποσοστό ανεργίας των περιφερειών μετάβασης ήταν υψηλότερο από εκείνο των λιγότερο αναπτυγμένων περιοχών.
·         Από τα σχετικά χαμηλά του 2007 για τις οικονομίες μετάβασης και τα σχετικά χαμηλά του 2008 για τις περισσότερο και λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές, ο βαθμός ανεργίας στην ΕΕ συνέχισε να αυξάνει μέχρι το 2013 σε ποσοστό 15,7% στις μεταβατικές περιοχές, 12,6% για τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές και 9,3% για τις περισσότερο ανεπτυγμένες περιοχές.
·         Το 2014 ο βαθμός ανεργίας άρχισε να πέφτει πάλι και η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές (μείον 0,9 ποσοστιαίες μονάδες). Θα πρέπει να επισημανθεί ότι όπως το ΑΕΠ ανά κάτοικο έτσι και  ο βαθμός  ανεργίας μπορεί να εξηγηθεί από τον αριθμό των κατοίκων (ή ακριβέστερα από το μέγεθος της εργατικής δύναμης) αντί των αλλαγών στον αριθμό των ανέργων.  Λόγω της οικονομικής κρίσης οι λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές έχασαν πληθυσμό λόγω της μετανάστευσης που πραγματοποιήθηκε γι’ αυτό και εξηγείται σε μεγάλο βαθμό η μείωση στην ανεργία που σημειώθηκε σε κάποιες από αυτές. Ενδεικτικά θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αριθμός των κατοίκων μειώθηκε κατά 3-4% στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία και 8-9% στη Λιθουανία και στη Λετονία για την περίοδο 2008-2014.
·           Το 2014 στην ΕΕ των 28 ο βαθμός ανεργίας παρέμεινε σχετικά υψηλός (10,2%) εάν και ήταν κατά 0,7% χαμηλότερος σε σύγκριση με τα το 10,9% που ήταν το 2013. Για την περίοδο 2008-2014, ο εθνικός βαθμός ανεργίας έπεσε στη Γερμανία, στην Ουγγαρία , στη Μάλτα αλλά και στα Σκόπια.



Θα πρέπει, ωστόσο,  να επισημανθεί ότι ακόμα και στις γρήγορα αναπτυσσόμενες περιφερειακές οικονομίες της ΕΕ, οι νέοι αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στην εύρεση εργασίας ειδικά αυτοί που δεν έχουν υψηλά προσόντα και παρουσιάζονται χαρακτηριστικά δομικής ανεργίας δηλαδή δεν θα μπορούν να βρουν εργασία εύκολα και για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι Overman & Puga (2002) δείχνουν ότι από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, οι περιοχές που είχαν υψηλό ή χαμηλό βαθμό ανεργίας παρουσίασαν μία αμετάβλητη κατάσταση. Οι περιοχές με ενδιάμεσο βαθμό ανεργίας, από την άλλη, αναπτύχθηκαν προς τα άκρα δείχνοντας ότι η μοίρα των περιοχών όσον αφορά την ανεργία συνδέεται στενά με τις γειτονικές περιοχές (είτε ανήκουν είτε όχι στην ίδια χώρα) κάτι που θα πρέπει και η Ελλάδα να λάβει σοβαρά υπόψη της αλλά και οι χώρες που γειτνιάζουν με την Ελλάδα.

Τα αποτελέσματα αυτά τόσο μεταξύ των χωρών όσο και των χωρών επιβεβαιώνουν το μοντέλο των Crozet και Koening-Soubeyran (2004), που αποδεικνύει  ότι η απελευθέρωση του εμπορίου (όπως συμβαίνει στην ΕΕ)  είναι πιθανό να επιδεινώσει τις περιφερειακές ανισότητες, ειδικότερα όταν μία από τις περιοχές της χώρας έχει καλύτερη πρόσβαση και χαμηλότερο κόστος στις ξένες αγορές. Έτσι εξηγείται και το ότι  οι περιφερειακές ανισότητες μεταξύ των κρατών (π.χ. αστικές πόλεις – περιφέρεια)  αυξήθηκαν κατά 10% (2014).
Ο Σαμίρ Αμίν έθετε το θέμα της αποσύνδεσης της περιφέρειας από το κέντρο προκειμένου αυτή να αναπτυχθεί. Ως τόσο οι περιφερειακές χώρες και λόγω της οικονομικής κρίσης είναι πολύ αδύναμες. Θα πρέπει να έχουν διαπραγματευτική ικανότητα και οικονομικά, πολιτισμικά και πολιτικά πλεονεκτήματα. Η περιφέρεια αναγκάζεται να υπακούει στην ανάπτυξη του «κέντρου». Για να αναπτυχθεί λοιπόν η αποσύνδεση πρέπει να σχετίζεται με κάποιο είδος κοινωνικού προγράμματος το οποίο αποτελεί το σχέδιο δημιουργίας ενός εθνικού και σύγχρονου κράτους. Η Ελλάδα όμως δεν φαίνεται να έχει κανένα τέτοιο σχέδιο αλλά ούτε και πρόθεση αποσύνδεσης, συνεπώς, η μελλοντική της κατάσταση  δεν είναι ευοίωνη.

 Φωτεινή Μαστρογιάννη
Οικονομολόγος - Καθηγήτρια ΜΒΑ
en-athinais.webnode.gr
mastroyanni.blogspot.gr 




Βιβλιογραφία

Amin, Samir. 2006. Beyond U.S. Hegemony? Assessing the Prospects for a Multipolar World. Trans. by Patrick Camiller. New York: Zed Books.

Crozet, M. και Koenig-Soubeyran, P.2004,Trade liberalization and the internal geography of countries”, Documents de Travail du CREST 2002-37, INSEE, Paris.

European Commission 2013, Social Investment Package. Investing in Health. Staff Working Document.
Διαθέσιμο στο:
http://ec.europa.eu/social/main.jsp?catId=1044&langId=en&newsId=1807& moreDocuments=yes&tableName=news, Πρόσβαση [November 1st 2015]

Eurostat. 2020, Regions: Nomenclature of Territorial Units for Statistics (nuts). Luxembourg: Office for Official Publications of the European Communities.

Overman, Henry G. and Diego Puga. 2002, Unemployment clusters across European regions and countries. Economic Policy 34, April 2002, 115-147.